διευκολύνω


διευκολύνω
Προφορά

Ετυμολογία
διευκολύνω διά + ευκολύνω

Ερμηνεία
ρήμα διευκολύνω

✦ ενεργώ έτσι, ώστε να γίνει κάτι ευκολότερο
✦ (ειδ.) βοηθώ κάποιον με χρήματα, για να αντιμετωπίσει οικονομικές δυσχέρειες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.