διεκτραγώδηση


διεκτραγώδηση
Προφορά

Ετυμολογία
διεκτραγώδηση διεκτραγωδώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η διεκτραγώδηση

✦ η εξιστόρηση ή παράσταση γεγονότων ή καταστάσεων με τραγικό τρόπο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.