διανθής


διανθής
Προφορά

Ετυμολογία
διανθής αρχαία ελληνική διανθής

Ερμηνεία
επίθετο┘ διανθής -ής, -ές

✦ που φέρει διπλά άνθη
✦ που ανθίζει δύο φορές το χρόνο
✦ (για υφάσμ.) ο διακοσμημένος με άνθη: μεταξωτόν μανδήλιον, κόκκινον, διανθές (Αλ. Παπαδιαμάντης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.