διαδέτης


διαδέτης
Προφορά

Ετυμολογία
διαδέτης διά + δένω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο διαδέτης

✦ σχοινί με το οποίο προσδένονται μεταξύ τους τα άκρα άλλων σχοινιών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.