δεψικός


δεψικός
Προφορά

Ετυμολογία
δεψικός δέψις

Ερμηνεία
επίθετο┘ δεψικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στην κατεργασία των δερμάτων, ή ο κατάλληλος γι’ αυτήν: δεψικές ύλες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.