δευτερόγεννη


δευτερόγεννη
Προφορά

Ετυμολογία
δευτερόγεννη δεύτερος + γεννώ

Ερμηνεία
δευτερόγεννη

✦ επίθ. (για θηλ. ζώα) που γέννησε για δεύτερη φορά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.