δεσμωτήριο


δεσμωτήριο
Προφορά

Ετυμολογία
δεσμωτήριο αρχαία ελληνική δεσμωτήριον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το δεσμωτήριο

✦ φυλακή: για να σε σύρουνε στην κρίση και στα δεσμωτήρια (Τ. Παπατσώνης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.