δεκαπενταπλάσιος


δεκαπενταπλάσιος
Προφορά

Ετυμολογία
δεκαπενταπλάσιος δεκαπέντε + κατάλ. -πλάσιος

Ερμηνεία
επίθετο┘ δεκαπενταπλάσιος -α, -ο

✦ ο δεκαπέντε φορές μεγαλύτερος ή περισσότερος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
δεκαπενταπλάσια (Κ δεκαπενταπλασίως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.