δεκαπενθήμερος
Προφορά
Ετυμολογία
δεκαπενθήμερος δεκαπέντε + ημέρα
Ερμηνεία
└επίθετο┘ δεκαπενθήμερος -η, -ο
✦ αυτός που διαρκεί δεκαπέντε ημέρες
✦ (για έντυπα) αυτός που εκδίδεται κάθε δεκαπέντε ημέρες: δεκαπενθήμερο περιοδικό
✦ ουδ. δεκαπενθήμερο ως ουσ., δεκαπενθημερία (βλ. λ.)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–