δείπνος
Προφορά
Ετυμολογία
δείπνος μεταγενέστερη ελληνική ὁ δεῖπνος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο δείπνος
✦ το δείπνο: στο δώμα, επάνω, στο βουνόν, έτοιμος είναι ο δείπνος (Άγγ. Σικελιανός)
✦ Μυστικός Δείπνος, το τελευταίο δείπνο του Ιησού με τους μαθητές του
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–