δακτυλισμός


δακτυλισμός
Προφορά

Ετυμολογία
δακτυλισμός δάκτυλος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο δακτυλισμός

✦ η μετακίνηση της ακμής του ξίφους με τον αντίχειρα και τα δύο πρώτα δάκτυλα
✦ (μουσ.) η διάταξη των δακτύλων σε μουσικό όργανο και οι κινήσεις τους κατά την εκτέλεση του έργου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.