δίφθογγος


δίφθογγος
Προφορά

Ετυμολογία
δίφθογγος μεταγενέστερη ελληνική δίφθογγος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο δίφθογγος

✦ δύο φωνήεντα που αποτελούν ένα φθόγγο (αι, ει, οι κτλ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.