δίγραμμος


δίγραμμος
Προφορά

Ετυμολογία
δίγραμμος μεσαιωνική ελληνική δίγραμμος

Ερμηνεία
επίθετο┘ δίγραμμος -η, -ο

✦ ο αποτελούμενος από δύο γραμμές
✦ δίγραμμη επιταγή, επιταγή που φέρει δύο παράλληλες γραμμές όπου και σημειώνεται η τράπεζα απ’ την οποία μπορεί να εισπραχθεί

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.