γραντί
Προφορά
Ετυμολογία
γραντί – Η ετυμολογία λείπει.
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το γραντί
✦ σκοινί που ράβεται στην άκρη των πανιών για να ενισχυθεί η ανθεκτικότητά τους
✦ πληθ. γραντιά, τα σκοινιά αλιευτικού διχτυού από τα οποία το μεν πάνω έχει φελλούς το δε κάτω μολύβδινα βάρη
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–