γιορτή
Προφορά
Ετυμολογία
γιορτή αρχαία ελληνική ἑορτή
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η γιορτή
✦ εορτή, πανηγυρισμός σπουδαίου γεγονότος
✦ μέρα θρησκευτικού πανηγυρισμού
✦ (μτφ. ) κατάσταση ευφροσύνης: ο έρωτας είναι γιορτή των αισθήσεων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–