γεωθερμικός


γεωθερμικός
Προφορά

Ετυμολογία
γεωθερμικός γεωθερμία

Ερμηνεία
επίθετο┘ γεωθερμικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στη γεωθερμία
✦ θηλ. γεωθερμική ως ουσ., κλάδος της γεωφυσικής που μελετά τις θερμικές συνθήκες και την ιστορία του εσωτερικού της γης

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.