βρε
Προφορά
Ετυμολογία
βρε μωρέ, κλητ. του επιθέτου μωρός• από την κλητ. μωρέ άνθρωπε, προήλθε η επιφωνημ. λειτουργία του τύπου (πρβλ. καλέ
Ερμηνεία
βρε
✦ κλητικό επιφώνημα κατά το Ιστορικό Λεξικό της Ακαδημίας η λ. χρησιμοποιείται αντί του αρχαία ελληνική ὦ, σε κλητική προσφώνηση και δηλώνει πάντοτε απρέπεια και προσβολή και μόνο σε προσφωνήσεις προς οικεία πρόσωπα λέγεται αντί του ὦ: βρε καλέ μου, βρε χρυσέ μου μην το κάνεις
✦ για δήλωση εκπλήξεως, θαυμασμού ή για κάτι το απροσδόκητο ή υπερβολικό: βρε κακό που ‘παθα – βρε τον αθεόφοβο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–