βουβαμός


βουβαμός
Προφορά

Ετυμολογία
βουβαμός βουβαίνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο βουβαμός

✦ η σιωπή: και τίποτε άλλο. Βουβαμός κι ανηξεριά (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.