βομβαρδίζω


βομβαρδίζω
Προφορά

Ετυμολογία
βομβαρδίζω └ιταλ┘bombardare

Ερμηνεία
ρήμα βομβαρδίζω

✦ ρίχνω βόμβες
✦ καταστρέφω με βόμβες
(μτφ. ) απευθύνω αλλεπάλληλες ερωτήσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.