βλαισοποδία
Προφορά
Ετυμολογία
βλαισοποδία βλαισόπους
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η βλαισοποδία
✦ δυσμορφία του κάτω άκρου του ποδιού, κατά την οποία ο αστράγαλος της εσωτερικής πλευράς προεξέχει και η καμάρα του πέλματος τείνει να εκλείψει
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–