βλίτο


βλίτο
Προφορά

Ετυμολογία
βλίτο αρχαία ελληνική βλίτον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το βλίτο

✦ είδος φυτού
(μτφ. ) βλάκας, ανόητος
✦ φρ. έφαγε βλίτα, ανοηταίνει ή έχει ψευδαισθήσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.