βλήμα


βλήμα
Προφορά

Ετυμολογία
βλήμα αρχαία ελληνική βλῆμα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το βλήμα

✦ ό,τι ρίχνεται εναντίον κάποιου, ιδ. σφαίρα, οβίδα
(μτφ. ) παλαβός, ανόητος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.