βιωσιμότητα


βιωσιμότητα
Προφορά

Ετυμολογία
βιωσιμότητα βιώσιμος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η βιωσιμότητα

✦ η ιδιότητα του βιώσιμου, ικανότητα επιβίωσης: η κυβέρνηση μελετά τη βιωσιμότητα των προβληματικών επιχειρήσεων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.