βιοακουστική
Προφορά
Ετυμολογία
βιοακουστική └αγγλ┘bioacoustics – └γαλλ┘ bioacoustique• από τις └ελλ┘ λ. βίος + ακουστική
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η βιοακουστική
✦ κλάδος της βιολογίας που μελετά τους ήχους που παράγουν τα ανώτερα ζώα ως μέσο επικοινωνίας τους
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–