βιζόν


βιζόν
Προφορά

Ετυμολογία
βιζόν └γαλλ┘ vison

Ερμηνεία
βιζόν

✦ άκλ. σαρκοφάγο θηλαστικό από το οποίο λαμβάνεται το ομώνυμο πολύτιμο γουναρικό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.