βετούλι


βετούλι
Προφορά

Ετυμολογία
βετούλι από το └λατιν┘ vitulus (=μοσχάρι)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το βετούλι

✦ κατσικάκι νεογέννητο, που δεν έχει συμπληρώσει ένα χρόνο ζωής: τόσα γιδοπρόβατα, τόσα γαλάρια, τόσα μανάρια, τόσα βετούλια (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.