βαρύγδουπος
Προφορά
Ετυμολογία
βαρύγδουπος βαρύς + γδούπος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ βαρύγδουπος -η, -ο
✦ βροντερός, που προκαλεί μεγάλο κρότο
✦ (κ. μτφ.) εντυπωσιακός, με έντονη απήχηση: βαρύγδουπα ονόματα – βαρύγδουπες ανακοινώσεις
Συνώνυμα
ηχηρός
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–