βαριούχος


βαριούχος
Προφορά

Ετυμολογία
βαριούχος βάριο + έχω

Ερμηνεία
επίθετο┘ βαριούχος -ος, -ο

✦ που περιέχει βάριο, ιδ. θειικό, που χρησιμοποιείται στην ακτινογραφία του πεπτικού συστήματος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.