βαριεστώ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply βαριεστώΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/βαριεστώ.mp3Ετυμολογίαβαριεστώ βαζγεστίζω Ερμηνεία βαριεστώ ✦ κ. βαριεστίζω ρ. (βαριέστ-ησα, -ημένος) αποκάνω, νιώθω κορεσμό ή αηδία για κάτι: κι αχ, εβαριέστησα της γης τα καλοκαίρια (Άγγ. Σικελιανός) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–