βαμβακοπαραγωγός


βαμβακοπαραγωγός
Προφορά

Ετυμολογία
βαμβακοπαραγωγός βάμβαξ + παραγωγός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο βαμβακοπαραγωγός

✦ ο καλλιεργητής και παραγωγός βαμβακιού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.