βαθμολογώ


βαθμολογώ
Προφορά

Ετυμολογία
βαθμολογώ βαθμός + κατάλ. -λογώ

Ερμηνεία
ρήμα βαθμολογώ -είς, -εί

✦ δίνω βαθμό, καθορίζω με αριθμούς την αξία ή επίδοση διαγωνιζόμενου
✦ κατατάσσω σε βαθμολογική κλίμακα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.