βαθμοθήρας


βαθμοθήρας
Προφορά

Ετυμολογία
βαθμοθήρας βαθμός + αρχαία ελληνική ρ. θηρῶ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο βαθμοθήρας

✦ που επιδιώκει υψηλή βαθμολογία στα μαθήματα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.