βαθαίνω


βαθαίνω
Προφορά

Ετυμολογία
βαθαίνω αρχαία ελληνική βαθύνω

Ερμηνεία
ρήμα βαθαίνω

✦ κάνω κάτι βαθύ, κοιλαίνω
✦ προχωρώ σε βάθος, εμβαθύνω
✦ (αμτβ.) γίνομαι βαθύς: με την ωρίμαση βάθυνε η σκέψη του

Συνώνυμα

Αντίθετα
ρηχαίνω
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.