αχός


αχός
Προφορά

Ετυμολογία
αχός αχώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αχός

✦ ήχος, βουή: αχός βαρύς ακούγεται, πολλά τουφέκια πέφτουν (δημ. τραγ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.