αχρονολόγητος
Προφορά
Ετυμολογία
αχρονολόγητος ἀ στερητικό + χρονολογώ
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αχρονολόγητος -η, -ο
✦ ο χωρίς χρονολογία: έγγραφο αχρονολόγητο
✦ που δεν μπορεί να χρονολογηθεί: ευρήματα αχρονολόγητα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
αχρονολόγητα (Κ αχρονολογήτως)