αχούρι


αχούρι
Προφορά

Ετυμολογία
αχούρι μεσαιωνική ελληνική ἀχούρι(ο)ν, από το └τουρκ┘ahιr, └περσ┘ achur, ίσως από τα αρχαία ελληνικά └ελλ┘ ἀχύριος (=σωρός από άχυρα)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το αχούρι

✦ στάβλος
(μτφ. ) χώρος ακάθαρτος ή ακατάστατος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.