αχνάρι


αχνάρι
Προφορά

Ετυμολογία
αχνάρι μεσαιωνική ελληνική ἀχνάρι(ν)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το αχνάρι

✦ το αποτύπωμα του πέλματος ανθρώπου ή ζώου, πατημασιά
✦ κάθε ίχνος ή σημάδι
✦ σχέδιο, υπόδειγμα από ή σε χαρτί, ξύλο ή άλλο υλικό, για την κατασκευή φορεμάτων, παπουτσιών κτλ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.