αχειρούργητος


αχειρούργητος
Προφορά

Ετυμολογία
αχειρούργητος ἀ στερητικό + χειρουργώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ αχειρούργητος -η, -ο

✦ που δεν χειρουργήθηκε, ο μη εγχειρισμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.