αχειροθέτητος


αχειροθέτητος
Προφορά

Ετυμολογία
αχειροθέτητος μεσαιωνική ελληνική ἀχειροθέτητος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αχειροθέτητος -η, -ο

✦ αυτός που δεν έχει αποκτήσει εκκλησιαστικό αξίωμα με επίθεση των χεριών του επισκόπου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.