αφλόμωτος


αφλόμωτος
Προφορά

Ετυμολογία
αφλόμωτος ἀ στερητικό + φλομώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αφλόμωτος -η, -ο

✦ που δεν ναρκώθηκαν με φλόμο
(μτφ. ) αυτός που δεν είναι ψυχικά ταραγμένος, που δεν έχει πάθει σύγχυση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.