αφερέγγυος


αφερέγγυος
Προφορά

Ετυμολογία
αφερέγγυος ἀ στερητικό + φερέγγυος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αφερέγγυος -α, -ο

✦ που δεν παρέχει καμιά εγγύηση

Συνώνυμα
αναξιόχρεος
Αντίθετα
φερέγγυος, αξιόχρεος
Επιρρήματα
αφερέγγυα (Κ αφερεγγύως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.