αφεντικό


αφεντικό
Προφορά

Ετυμολογία
αφεντικό μεσαιωνική ελληνική επίθετο ἀφεντικός

Ερμηνεία
αφεντικό

✦ ο κύριος που τον υπηρετεί κανείς ως εργάτης, ή στον οποίο υπακούει ως υπηρέτης, υφιστάμενος κτλ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.