αφειδής


αφειδής
Προφορά

Ετυμολογία
αφειδής αρχαία ελληνική ἀφειδής

Ερμηνεία
επίθετο┘ αφειδής -ής, -ές

✦ που δεν τσιγκουνεύεται, που ξοδεύει αφειδώλευτα, ανοιχτοχέρης
✦ που δίνεται σε αφθονία

Συνώνυμα

Αντίθετα
φειδωλός
Επιρρήματα
αφειδώς, χωρίς φειδώ:σκορπώντας αφειδώς το χρήμα του στες διασκεδάσεις (Κ. Καβάφης)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.