αυτοκυριαρχία


αυτοκυριαρχία
Προφορά

Ετυμολογία
αυτοκυριαρχία αυτός + κυριαρχία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αυτοκυριαρχία

✦ η κυριαρχία στον ίδιο τον εαυτό μας (σε πάθη, παρορμήσεις κλπ.): νόμιζα πως ήμουν άντρας δυνατός, με αυτοκυριαρχία καθώς λένε, ικανός να χαλιναγωγεί τα νεύρα του (Γ. Θεοτοκάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.