αυτοδύναμος


αυτοδύναμος
Προφορά

Ετυμολογία
αυτοδύναμος μεταγενέστερη ελληνική αὐτοδύναμος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αυτοδύναμος -η, -ο

✦ ο βασιζόμενος στις δικές του και μόνο δυνάμεις, χωρίς να χρειάζεται τη συνεργασία άλλων: αυτοδύναμη κυβέρνηση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
αυτοδύναμα (Κ αυτοδυνάμως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.