αυτοδιαχειριζόμενος


αυτοδιαχειριζόμενος
Προφορά

Ετυμολογία
αυτοδιαχειριζόμενος μτχ. ενεστ. του ρήματος αυτοδιαχειρίζομαι

Ερμηνεία
αυτοδιαχειριζόμενος

✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. για επιχείρηση που λειτουργεί με αυτοδιαχείριση (βλ. λ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.