αυτοάμυνα


αυτοάμυνα
Προφορά

Ετυμολογία
αυτοάμυνα αυτός + άμυνα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αυτοάμυνα

✦ άμυνα με μόνα τα μέσα που διαθέτει κανείς σε δεδομένη στιγμή
✦ το δικαίωμα να υπερασπίζει κανείς τη ζωή, τη σωματική του ακεραιότητα κτλ. μπροστά σε απειλή ή κίνδυνο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.