αυταδέλφη Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply αυταδέλφηΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/αυταδέλφη.mp3Ετυμολογίααυταδέλφη αρχαία ελληνική αὐτάδελφος Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο αυταδέλφη ✦ θηλ. αυταδέλφη κ. αυταδέλφισσα αδελφός ή αδελφή από τον ίδιο πατέρα και την ίδια μητέρα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–