ατόλη


ατόλη
Προφορά

Ετυμολογία
ατόλη └αγγλ┘- └γαλλ┘ atoll

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ατόλη

✦ δακτυλιοειδές κοραλλιογενές νησί στου οποίου το κέντρο έχει σχηματισθεί λιμνοθάλασσα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.