ατσελεράντο Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ατσελεράντοΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/ατσελεράντο.mp3Ετυμολογίαατσελεράντο └ιταλ┘accelerando Ερμηνεία ατσελεράντο ✦ άκλ. (μουσ.) βαθμιαία επιτάχυνση κατά την εκτέλεση Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–